ἱππιοχαίτης

ἱππιοχαίτης
ἱππιο-χαίτης, ου, ,
A shaggy with horsehair,

λόφος Il.6.469

.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ιππιοχαίτης — ἱππιοχαίτης, ὁ (Α) αυτός που αποτελείται από τρίχες αλόγου («λόφον ἱππιοχαίτην», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ἵππιος + χαίτης (< χαίτη), πρβλ. κισσεο χαίτης, φυκιο χαίτης] …   Dictionary of Greek

  • ἱππιοχαίτης — shaggy with horsehair masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱππιοχαίτην — ἱππιοχαίτης shaggy with horsehair masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”